Η Μάρω εκείνο το βράδυ είχε έναν μικρό καβγά με τον άντρα της, ασήμαντο μπροστά στην αγάπη τους. Θέλησε, όμως, να περπατήσει μόνη της για να πάει στο σπίτι, να πάρει λίγο αέρα. Ήταν μια όμορφη βραδιά, αν και συνηθισμένη, από αυτές που περνούν και χάνονται και το άλλο πρωί την έχεις ξεχάσει. Γιατί κανείς δεν θυμάται τις όμορφες βραδιές. Μονάχα αυτές που σε σημαδεύουν σαν πυρακτωμένο σίδερο.
«Γεια σου κούκλα, είσαι για μια βόλτα;». Ούτε βήματα άκουσε ούτε σκιές να πλησιάζουν διέκρινε. Τη μια στιγμή ανάσαινε βαθιά τη θάλασσα του Σαρωνικού και την άλλη στιγμή χέρια την άρπαξαν, της έκλεισαν το στόμα και την έχωσαν βιαστικά στο πίσω κάθισμα ενός αυτοκινήτου.
Ξαφνικά η Μάρω συνήλθε. Έβλεπε τα πάντα και τα πάντα καταλάβαινε. Είχε απόλυτη επίγνωση πού την πήγαιναν και τι θα της συνέβαινε. Ακριβώς. Με κάθε λεπτομέρεια. Έκλεισε τα μάτια. Το τελευταίο πράγμα που ήχησε βροντερό στα αυτιά της ήταν ο ήχος από τα φερμουάρ των παντελονιών.
Η Μάρω μπορεί να είναι χαρακτήρας βγαλμένος από ένα βιβλίο, αλλά είναι τόσο ρεαλιστική η ιστορία της που μπορεί να είσαι εσύ. Μπορεί να είναι όλες οι γυναίκες που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Και ούτε στο ελάχιστο δεν μπορείς να βιώσεις ό,τι βίωσαν αυτές οι γυναίκες. Μπορείς, όμως, να σταθείς δίπλα τους. Γιατί αύριο μπορεί να είσαι εσύ, μπορεί να είναι η αδερφή σου, η κόρη σου, η κολλητή σου.
Βλέπεις, στον βιασμό δεν υπάρχει διαχωρισμός τα «καλά» και τα «κακά» κορίτσια. Μπορεί να συμβεί. Μπορεί να συμβεί το βράδυ που επιστρέφεις στο σπίτι σου, μπορεί να συμβεί και το πρωί που πηγαίνεις στη δουλειά σου. Μπορεί να συμβεί μέσα στο σπίτι σου ή στον χώρο εργασίας σου.
Μπροστά στην εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου, και στην εξομολόγηση κάθε μίας ξεχωριστής Σοφίας, μπορούμε να σταθούμε μόνο με σεβασμό. Ερωτήσεις και τοποθετήσεις όπως «γιατί δεν μίλησε νωρίτερα», «γιατί πήγε στο δωμάτιό του», είναι επικίνδυνες. Πολύ επικίνδυνες. Κάνουν περισσότερα θύματα να σιωπούν και να φοβούνται. Και δυναμώνουν περισσότερο τους δράστες.
Δεν είναι δική σου υπόθεση το «γιατί». Ούτε μπορείς να το κρίνεις.
Όταν μια γυναίκα πέφτει θύμα βιασμού και ράβει το στόμα της, όλοι μας έχουμε μερίδιο ευθύνης.
Γιατί πρόκειται για ανθρώπους με εξουσία, που συχνά τους την έχει δώσει η κοινωνία με την ανοχή της. Γιατί αυτή η γυναίκα έρχεται κάθε μέρα αντιμέτωπη με το σκηνικό βίας και δεν μπορεί να πάει ούτε μέχρι το απέναντι περίπτερο. Γιατί αυτή η γυναίκα αυτοκτονεί.
Γιατί αυτή η κοινωνία την έχει γεμίσει με αμφιβολίες για τον ίδιο της τον εαυτό. Μήπως το προκάλεσα; Μήπως αυτό που φορούσα ήταν υπερβολικά κοντό; Μήπως δεν έπρεπε να πιω λίγο παραπάνω; Μήπως δεν έπρεπε να γυρίσω μόνη μου στο σπίτι;
Οι ενοχές που νιώθει, καθρεπτίζονται στα μάτια των άλλων, τα λοξά βλέμματα, τις αμφιβολίες και τα κουτσομπολιά της γειτονιάς. Σε εκείνους που δεν την πιστεύουν και σε εκείνους που λένε «κάπου ήταν μπλεγμένη», «τα ήθελε και τα έπαθε», «ε, αυτά συμβαίνουν σε συγκεκριμένες γυναίκες».
Σου έχουμε νέα. Μπορεί να συμβεί σε όλες.
Χρέος μας είναι να στηρίζουμε το θύμα όποτε κι αν μιλήσει, να τσακίζουμε τον θύτη, να σπάσουμε με κάθε τρόπο τον κύκλο της σιωπής.
*Τη Μάρω τη συναντάμε στο Σκισμένο Τούλι της Έλενας Ακρίτα.
Photo cover:pexels.com/RODNAE Productions