Η δήλωση της Προέδρου της Δημοκρατίας μετά τη συνάντηση της με την ολυμπιονίκη Σοφία Μπεκατώρου.
Συνάντησα μια σπουδαία αθλήτρια, μια γυναίκα με σπάνιο ήθος και ψυχική δύναμη, την ολυμπιονίκη Σοφία Μπεκατώρου. Ήταν μια ελάχιστη αναγνώριση της γενναιότητας και της αξιοπρέπειας με τις οποίες κοινοποίησε την τραυματική εμπειρία της.
Μια ελάχιστη ένδειξη όχι συμπαράστασης αλλά συμμετοχής σε μια συνθήκη που αντιμετώπισαν και αντιμετωπίζουν συχνά οι γυναίκες στον προσωπικό και τον επαγγελματικό τους βίο. Στο πρόσωπό της συναντήθηκα με όλες εκείνες τις γυναίκες που κακοποιήθηκαν, λεκτικά ή σωματικά, που τραυματίστηκαν διά βίου από την ηθική βαναυσότητα της σεξουαλικής επιθετικότητας.
Όλες εκείνες που φέρουν το τραύμα τους σιωπηλά επί χρόνια, μη τολμώντας να το καταγγείλουν, επειδή ενδόμυχα γνωρίζουν ότι θα αντιμετωπιστούν στην καλύτερη περίπτωση με οίκτο ή καχυποψία και στη χειρότερη με περιφρόνηση, με χλεύη, ακόμα και με κοινωνικό στιγματισμό.
Όλες εκείνες που υποφέρουν από τις ψυχολογικές επιπτώσεις μιας τέτοιας επώδυνης εμπειρίας, καταρρακωμένες από τη ντροπή και την ταπείνωση, κατασπαραγμένες από την ενοχή λες και οι ίδιες ευθύνονται γι’ αυτό που τους συνέβη, καταδικασμένες εσαεί στον φόβο, στην απέχθεια για το σώμα τους, στη χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Η Σοφία Μπεκατώρου έσπασε τη σιωπή – ή μάλλον διέλυσε τη συνωμοσία σιωπής στην οποία εμπλέκονται όσοι γνωρίζουν και δεν μιλούν, όσοι ανακαλύπτουν, δήθεν έκπληκτοι, τα επαίσχυντα μυστικά εκείνων που εκμεταλλεύονται το κύρος τους και καταχρώνται την εξουσία τους σε βάρος των γυναικών που εξαρτώνται απ’ αυτούς επαγγελματικά, κοινωνικά, ακόμη και οικογενειακά.
Εύχομαι η γενναία αποκάλυψή της να πνεύσει σαν ορμητικός άνεμος και να σαρώσει κάθε υποκρισία και κάθε απόπειρα συγκάλυψης. Και πιστεύω ότι η θαρραλέα στάση της θα συμβάλλει στην ευρύτερη κοινωνική ευαισθητοποίηση απέναντι σε ανάλογες ανήθικες και εγκληματικές συμπεριφορές.
Είναι καιρός να πάψει η ενοχοποίηση των θυμάτων και η ατιμωρησία των θυτών. Είναι καιρός να οικοδομήσουμε ένα αξιακό σύστημα, στο πλαίσιο του οποίου η γυναίκα δεν θα αντιμετωπίζεται ως δυνάμει θήραμα, η αδυναμία της δεν θα εκλαμβάνεται ως συναίνεση και η σιωπή της δεν θα επικρίνεται ως οιονεί συνενοχή.