Τις τελευταίες μέρες ζήσαμε  το θέατρο του παραλόγου και την αποθέωση της κακιάς ζήλιας, του φθόνου και του μίσους, δηλαδή αυτό που ξέρουμε καλά σαν Έλληνες. 


Να τα πάρουμε από την αρχή. Ένας πολίτης του Μονακό ( Μονεγάσκος ), που έτυχε να γεννηθεί στην Ελλάδα και να κάνει τα πρώτα του βήματα από 6 ετών, στο άθλημα του τένις, που έχει Έλληνα πατέρα και Ρωσίδα μητέρα και που πριν 6-7 μήνες έκανε την χάρη στην Ελλάδα ( κυβέρνηση), να ανταποκριθεί δωρεάν, τσάμπα, όπως  το λέμε και να κάνει ένα σποτ για να βοηθήσει, πήγε πριν περίπου ένα μήνα στο Ντουμπάϊ για δυο μήνες για την προετοιμασία του. 


Ένα παιδί που από 6 ετών δουλεύει σκληρά για ότι είναι σήμερα και όχι μόνο, και τίποτα δεν του έχει χαριστεί. Επιπλέον, δεν έχει πάρει ούτε ένα ευρώ από το Ελληνικό κράτος. Από πίσω μια μάνα από τον χώρο του τένις και όλη  η οικογένεια, γιατί για να βγάλεις αθλητές πρέπει κάποιοι από την οικογένεια να αφιερώσουν την ζωή τους σε αυτό.


Μετά από είκοσι μέρες σκληρής δουλειάς,  σε μια χώρα που δεν έχει μέτρα όπως άλλες χώρες, αλλά με πολλά rapid test ακόμα και για να μπεις σε ένα εστιατόριο και ένα Υπουργείο Υγείας στο Ντουμπάϊ που  είπε παρτάρετε, βγήκε την πρωτοχρονιά 100% νόμιμα,  να φάει και να πιεί ένα ποτό με  όλη την οικογένεια του, που λόγω των υποχρεώσεων του, κατάφερε να βρεθεί όλη μαζί τους Πρωτοχρονιά, μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια. 


Στην Ελλάδα έγινε ένας χαμός. Έξαλλοι οι Έλληνες έβγαλαν τον χειρότερο τους εαυτό, για έναν πολίτη ξένης χώρας, που δεν τους έχει και καθόλου ανάγκη στην τελική, γιατί απευθύνεται σε διεθνή κοινό και έχει ξένους σπόνσορες τεράστια διεθνή brands. 


Να το κάνω πενηνταράκια για να καταλάβετε την παράνοια. Ένας πολίτης άλλης χώρας, που πήγε για προετοιμασία σε άλλη χώρα που δεν είχε μέτρα, έκανε έξαλλους τους πολίτες μιας άλλης χώρας.

 
Αλλά να σοβαρευτούμε . Ο Τσιτσιπάς, είναι εδώ και καιρό, στόχος και της Ελληνικής αριστεράς που έχει ταξικό μίσος για το Life Style του, αλλά και τον κάθε βλάχο που κομπλεξάρεται, απέναντι στην λάμψη του νεαρού όμορφου πετυχημένου Μονεγασκου.


Ο Τσιτσιπάς δεν είναι κατηγορία Κωστόπουλου και άλλων Ελλήνων κοσμικών, άλλωστε δεν ήταν εκείνο το βράδι και στο «γλέντι» των Ελλήνων που πήγαν στο Ντουμπάϊ. Ο Τσιτσιπάς είναι εντελώς άλλο επίπεδο, που μόνο 50-100 οικογένειες, μην λέω και πολλές είναι σε αυτό σε όλη την Ελλάδα. 
Μεγάλωσε και γαλουχήθηκε στον χώρο του τένις. Δεν ξέρω αν γνωρίζετε, αλλά στα γήπεδα του τένις όσοι πηγαίνουν να παρακολουθήσουν το άθλημα, έχουν παγκοσμίως μακράν το ανώτερο μέσο μορφωτικό επίπεδο, από φιλάθλους κάθε άλλου αθλήματος που διεξάγεται με κόσμο. Ο χώρος του τένις, σε αυτό το υψηλό επίπεδο ανήκει, στην διεθνή ελίτ. Θα βρεθείς στον ίδιο χώρο με την Ωνάση , με τον Πρίγκιπα του Μονακό και άλλους γαλαζοαίματους και μέλη της διεθνούς  ελίτ, που οι Έλληνες εγχώριοι κοσμικοί δεν μπορούν να αγγίξουν.


Όλο αυτό το πακέτο, μαζί με την ομορφιά του, την λάμψη του, το φυσικό ξανθό μαλλί του και κυρίως αυτά που έχει πετύχει στα 21 του χρόνια, για την  Ελληνίδα θείτσα που έχει τον κανακάρη της μέχρι και τα 40 του χρόνια,   ακόμα στο παιδικό του δωμάτιο και  του πλένει τα εσώρουχα, είναι κάτι τρομακτικό. Οι χαώδεις διάφορες φωνάζουν. Δεν μπορεί να το αντέξει για αυτό και έβγαλε ότι χειρότερο είχε μέσα της, απέναντι σε αυτό που δεν μπορεί να πλησιάσει ούτε στα όνειρα της. 


Ο Τσιτσιπάς δεν χωράει στην Ελλάδα, όπως δεν χώραγε η Αθήνα Ωνάση, όπως και άλλοι κάποιων ανάλογων  οικογενειών, που μεγάλωσαν με μια Α παιδεία και σε ένα Α περιβάλλον, που ζουν την ζωή τους χωρίς να μπορεί να τους βρει κανείς πουθενά, γιατί ούτε η Ελλάδα του «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα»  χωράει σε αυτούς.


Ελπίζω να έμαθε από το λάθος του και να ακολουθήσει τον δρόμο που χάραξε η Αθηνά Ωνάση. Άλλωστε είπαμε. Δεν είναι Έλληνας. Είναι Μονεγάσκος, πολίτης του Πριγκιπάτου του Μονακό. 


Λεωνίδας Σπύρου